Η παλαιοχριστιανική πόλη
Στην ενότητα παρουσιάζεται η μετάβαση της Νικόπολης από την ύστερη αρχαιότητα στο βυζαντινό μεσαίωνα, από την ειδωλολατρία στον χριστιανισμό.
Η πόλη περιορίστηκε στο 1/5 της αρχικής της έκτασης, νέα ισχυρά τείχη υψώθηκαν για να αποκρούσουν τις βαρβαρικές επιδρομές και το κέντρο βάρους μετατοπίστηκε από τη ρωμαϊκή αγορά στους ναούς της νέας θρησκείας, τις παλαιοχριστιανικές βασιλικές.
Εντυπωσιακά εκθέματα, όπως το ρωμαϊκό βάθρο με παράσταση Αμαζονομαχίας που ενσωματώθηκε στον άμβωνα βασιλικής, αναδεικνύουν τη διαδοχή των θρησκειών και την πρακτική λιθολόγησης των ρωμαϊκών κτηρίων που παρέμειναν εκτός τειχών.
Η λιθολόγηση των ρωμαϊκών μνημείων, που λειτουργεί και ως προπαγάνδα της νέας θρησκείας, επιβεβαιώνεται και στην περίπτωση των νέων τειχών: αγάλματα, επιγραφές, κιονόκρανα, κίονες κ.α. χρησιμοποιήθηκαν κατά την ανέγερσή τους ως δομικό υλικό (spolia).
Η απεικόνιση σε φυσικό σχεδόν μέγεθος μέρους των τειχών, στην οποία έχουν ενσωματωθεί ρωμαϊκά spolia, βοηθά τον επισκέπτη να αντιληφθεί την παραπάνω πρακτική και την επιβλητικότητα της νέας οχύρωσης.
Εκθέματα που προέρχονται από τα αρχιτεκτονικά μέρη των τριών ερευνημένων βασιλικών και πλούσιο εικονογραφικό υλικό αναδεικνύουν τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και τη μεγαλοπρέπεια τους. Ποικίλα ευρήματα από το εσωτερικό τους ερμηνεύουν επιμέρους θέματα σχετικά με τον εξοπλισμό ή τον φωτισμό των ναών, τα χριστιανικά σύμβολα, τα βυζαντινά νομίσματα.
Οι επιβλητικές παλαιοχριστιανικές βασιλικές της Νικόπολης με τον μαρμάρινο αρχιτεκτονικό διάκοσμο και τα υψηλής τέχνης ψηφιδωτά μαρτυρούν το μεγαλείο που ανέκτησε η πόλη μετά τον 5ο αι. μ.Χ.
Το τέλος του 6ου αι. μ.Χ., ωστόσο, σηματοδοτεί την αρχή της παρακμής…